Η ελληνική αγορά κινητών επικοινωνιών, υπό το πρίσμα μιας οικονομικής συγκριτικής αξιολόγησης, αναλύθηκε εκτενώς από την Ελληνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) και την διεθνούς φήμης σουηδική μελετητική εταιρία TEFFICIENT κατά την περίοδο 2019-2024. Η TEFFICIENT, γνωστή για την καινοτόμο μεθοδολογία της, χρησιμοποιεί πραγματικά οικονομικά δεδομένα από τους ισολογισμούς των παρόχων αντί για διαφημιζόμενα ή εκτιμώμενα στοιχεία, προσφέροντας έτσι μια πιο αξιόπιστη απεικόνιση της πραγματικότητας της αγοράς.
Η ανάλυση αυτή είναι αξιοσημείωτη, καθώς βασίζεται σε πραγματικά δεδομένα χρήσης και έσοδα από τους παρόχους, αποτελώντας την κορυφαία μέθοδο διεθνώς για την αξιολόγηση τιμών, σε αντίθεση με άλλες αναλύσεις που μπορεί να παρουσιάζουν σημαντικές αποκλίσεις.
- Η αξιολόγηση δεν καλύπτει τις πιο ευνοϊκές προσφορές που προσφέρονται σε συνδρομητές κατά την ανανέωση των συμβολαίων τους, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει παραπλανητικά αποτελέσματα.
- Οι διαφημιζόμενες τιμές αποτυπώνουν μόνο «στιγμιότυπα» της αγοράς, χωρίς να αποτυπώνουν τη δυναμική και τις μεταβολές της στο χρόνο.
Η έρευνα περιλαμβάνει τις δώδεκα χώρες της ΕΕ που έχουν παρόμοιο ρυθμιστικό πλαίσιο και χρησιμοποιούν το ευρώ, όπως η Αυστρία, το Βέλγιο, η Κροατία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Ιταλία, η Λιθουανία, η Ολλανδία, η Σλοβενία και η Ισπανία. Τα δεδομένα προέρχονται από επίσημες στατιστικές εκθέσεις και ενδέχεται να περιλαμβάνουν ή/και να αποκλείουν επικοινωνίες μηχανής-με-μηχανή (Machine-to-Machine – M2M).
Τα κεντρικά ευρήματα της έκθεσης σχετικά με την ελληνική αγορά κινητών επικοινωνιών κατά την περίοδο 2019-2024 περιλαμβάνουν:
- Ο μέσος έσοδος ανά χρήστη (ARPU) στην Ελλάδα είναι συγκρίσιμος με τα επίπεδα άλλων χωρών της ΕΕ. Το 2024, το ARPU ανήλθε στα 12,7 ευρώ, αφήνοντας τη χώρα μας κάτω από τη διάμεση τιμή των 15,2 ευρώ, ενώ χώρες όπως η Ιρλανδία κατέγραψαν ARPU 23 ευρώ.
- Η χρήση δεδομένων στην Ελλάδα είναι κατά πολύ χαμηλότερη από τη διάμεση τιμή άλλων χωρών, όμως παρουσίασε τη μεγαλύτερη αύξηση (51%) από το 2019 ως το 2024, φτάνοντας το 12.5 GB.
- Στην ομιλία, η Ελλάδα καταγράφει τις υψηλότερες μέσες χρεώσεις (288 λεπτά μηνιαίως) και τον μεγαλύτερο ετήσιο ρυθμό αύξησης (+7%).
- Τα συνολικά έσοδα ανά GB στην Ελλάδα είναι ελαφρώς υψηλότερα από τη διάμεση τιμή, αν και καταγράφουν τη μεγαλύτερη πτώση (-33%) στην αγορά.
- Τα έσοδα από υπηρεσίες ομιλίας πλησιάζουν τη διάμεση τιμή αλλά υφίστανται τη μεγαλύτερη πτώση (-8%) στο ίδιο διάστημα.
Η ανάλυση καταδεικνύει ότι οι Έλληνες χρήστες τείνουν να πληρώνουν ένα σταθερό μηνιαίο ποσό, επιλέγοντας να χρησιμοποιούν λιγότερα δεδομένα σε σχέση με άλλες χώρες. Η ομιλία, που συνήθως χρεώνεται με σταθερό τρόπο (Flat-rate), επηρεάζει την αξία-τιμή που προσφέρουν οι πάροχοι.
Συνολικά, η Ελλάδα φαίνεται να έχει βελτιώσει τη θέση της, απομακρύνοντας από χώρες χαμηλότερης απόδοσης όπως το Βέλγιο, τη Γερμανία και την Ολλανδία. Πλέον, η χώρα ευθυγραμμίζεται περισσότερο με Ισπανία και Γαλλία, με τις προοπτικές βελτίωσης να παραμένουν υψηλές, λόγω της ταχύτερης αύξησης στη χρήση δεδομένων και ομιλίας.
Ανακαλύψτε τα αποτελέσματα της έρευνας εδώ.
[1] Τα συγκριτικά επίπεδα τιμών βασίζονται σε αγοραστικές ισοτιμίες και συναλλαγματικές ισοτιμίες κάθε χώρας.










