Παρατηρώ τις έντονες αντιδράσεις σχετικά με την εκλογή του Κυριάκου Πιερρακάκη στη θέση του Προέδρου του Eurogroup. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή είναι η παρουσίαση αυτού του γεγονότος ως «εθνική επιτυχία» ή, ακόμη και, ως κάτι για το οποίο με σθένος αγωνιστήκαμε ως έθνος.
Δεν επιθυμώ να υποβιβάσω την αξία του συμβολισμού της εκλογής ενός Έλληνα υπουργού στην ηγεσία ενός ευρωπαϊκού θεσμού, όπως είναι το Eurogroup, που είναι κρίσιμο για τη δημοσιονομική πολιτική της ΕΕ.
Ούτε φυσικά αμφισβητώ ότι το μήνυμα αυτό υποδηλώνει την αποκατάσταση της Ελλάδας στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής οικογένειας, μακριά από τον ρόλο του «μαύρου προβάτου» που είχε στο παρελθόν. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι η χώρα εξήλθε από τα μνημόνια το 2018, πολύ πριν την εκλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Η πρόοδος είναι αναμφισβήτητη, ωστόσο είναι μυθοπλασία να πιστεύει κανείς ότι αυτή ξεκίνησε μόλις το 2020. Η εκλογή του Κυριάκου Πιερρακάκη πρέπει να εξεταστεί και με γνώμονα τον τρόπο που έγινε, καθώς και τις ευθύνες που έχει το Eurogroup.
Είναι γνωστό ότι ο κύριος λόγος που τον καθόρισε ως τον καταλληλότερο υποψήφιο ήταν το γεγονός ότι ο Βέλγος ομόλογός του, αρχικά φαβορί, «χρεώθηκε» την άρνηση της κυβέρνησής του να συναινέσει σε σχέδιο «αξιοποίησης» των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, φοβούμενος νομικές συνέπειες για τη χώρα του. Έτσι, ο Πιερρακάκης επιλέχθηκε, μεταξύ άλλων, επειδή φάνηκε ότι θα υποστήριζε αυτή την επιλογή, παρόλο που υπάρχουν σημαντικοί κίνδυνοι που συνοδεύουν την απόφαση αυτή.
Ο Πιερρακάκης επιλέχθηκε, επίσης, διότι φαινόταν ότι δεσμεύεται να συμμορφωθεί με τις τρέχουσες πολιτικές επιταγές της ΕΕ, όπως αυτές ορίζονται από τις ηγεμονικές δυνάμεις. Ωστόσο, αναρωτιέμαι αν αυτό συνιστά πραγματική «αναβάθμιση του ρόλου και της θέσης της χώρας».
Ταυτόχρονα, αξίζει να σημειωθεί ότι η στήριξη της υποψηφιότητας του Πιερρακάκη από τον Κυριάκο Μητσοτάκη δεν αφορούσε μόνο τη μελλοντική εικόνα της Ευρώπης, αλλά και τον εσωτερικό συσχετισμό στη Νέα Δημοκρατία. Οκτώ, λοιπόν, καρπούς πολιτικών υπολογισμών αποτυπώνονται στην εκλογή του Πιερρακάκη, ο οποίος έχει πολλές ιδεολογικές συγκλίσεις με τον πρωθυπουργό και είναι και αυτός συνυπεύθυνος για κρίσιμες επιλογές της κυβέρνησης. Αυτή η συνέπεια θα εξασφαλίσει την «ομαλή» μετάβαση σε άλλες κυβερνητικές μορφές αν χρειαστεί.
Είναι, όμως, προφανές ότι το Eurogroup δεν αποτελεί το πιο καθοριστικό όργανο στο ευρωπαϊκό σύστημα. Είναι ένα σχετικά άτυπο φόρουμ, στο οποίο δεν συμμετέχουν χώρες με εθνικά νομίσματα και έχει πολύ περιορισμένες δυνατότητες στον τομέα της πολιτικής χάραξης. Για την Ελλάδα, αυτό το όργανο συνδέθηκε με την επιβολή μνημονίων, που όλοι γνωρίζουμε τις συνέπειές τους, και θεωρήθηκε ο πιο κατάλληλος μηχανισμός για τη διαχείριση και διαπραγμάτευση των μέτρων λιτότητας.
Επιπλέον, το ουσιαστικό ερώτημα σχετικά με την «εθνική επιτυχία» που φέρνει η επίτευξη αυτής της θέσης παραμένει. Μπορεί να αναγνωριστεί ως τέτοια μόνο όταν συνδυάζεται με θετικά αποτελέσματα στον τομέα της καθημερινής ζωής των πολιτών. Πώς μπορούμε να μιλήσουμε για εθνική επιτυχία όταν η χώρα μας βρίσκεται στις χαμηλότερες θέσεις στην Ευρώπη όσον αφορά την αγοραστική δύναμη των μισθών;
Πόσο αποτελεσματική είναι η θέση μας, όταν η Ελλάδα συνεχίζει να είναι «μαύρο πρόβατο» στη διαχείριση ευρωπαϊκών επιδοτήσεων, όπως καταδείχθηκε με τα σκάνδαλα που προέκυψαν;
Επιπλέον, πώς συνδέεται η εκλογή του Κυριάκου Πιερρακάκη με το σκάνδαλο των υποκλοπών, μια κατάσταση που αναδείχθηκε στον πυρήνα της πολιτικής μας ζωής; Και πόσο ακόμη «εθνική επιτυχία» μπορεί να είναι όταν η κυβέρνηση ανακοινώνει ιδιωτικά πανεπιστήμια «επιπέδου Harvard», και όχι εκπαιδευτικά ιδρύματα που να ενσαρκώνουν αυτή την υπόσχεση;
Αναφορικά με την σιδηροδρομική τραγωδία, είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι οι καθυστερήσεις στην υλοποίηση έργων, με κυβερνητική ευθύνη, οδήγησαν σε φονικές συγκρούσεις τρένων. Αυτή η πραγματικότητα απεικονίζει την ανικανότητα της κυβέρνησης να διαχειριστεί κρίσιμες υποθέσεις εποχής, υπονομεύοντας, μάλιστα, τις έρευνες που τις αφορούν.
Αυτές οι συνθήκες εδραιώνουν ένα μεγάλο χάσμα ανάμεσα στην πολιτική σκηνή και την ζωντανή πραγματικότητα. Όσο κι αν η εκλογή του Πιερρακάκη προβληθεί ως επίτευγμα, οι πολίτες θα συνεχίσουν να ασχολούνται με ζητήματα όπως οι αυξανόμενες οικονομικές ανησυχίες και η καθημερινότητά τους.
Συνολικά, αναρωτιέμαι εάν τα κινήματα της πολιτικής σκηνής μπορούν να αποκοπούν από την καθημερινότητα των πολιτών και εάν η εκλογή Πιερρακάκη μπορεί να αποτελέσει πραγματική αλλαγή ή απλώς μία επικοινωνιακή επίθεση για να καλυφθούν οι ουσιαστικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σήμερα.










