Η ενυδάτωση, συχνά συνδεδεμένη με τους καλοκαιρινούς μήνες, παρουσιάζει εξίσου σημαντική σημασία και κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Αν και οι χαμηλές θερμοκρασίες και η μειωμένη εφίδρωση ενδέχεται να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση ότι οι ανάγκες του οργανισμού σε υγρά έχουν μειωθεί, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Το φαινόμενο της αφυδάτωσης εξακολουθεί να είναι ένα σοβαρό και συχνά υποτιμημένο ζήτημα κατά τους ψυχρούς μήνες.
Σύμφωνα με τη διαιτολόγο και διατροφολόγο Renee Fitton, διευθύντρια εκπαίδευσης στην εταιρεία διατροφικής τεχνολογίας L-Nutra, ο ευρέως γνωστός “κανόνας των 8 ποτηριών νερού την ημέρα” μπορεί να μην είναι επιβλαβής, όμως δεν είναι επιστημονικά τεκμηριωμένος και σίγουρα δεν ισχύει για όλους. Το ακριβές επίπεδο ενυδάτωσης επηρεάζεται από παράγοντες όπως το σωματικό βάρος, η φυσική δραστηριότητα, η κατάσταση της υγείας, το κλίμα και οι καθημερινές συνήθειες.
Επιπλέον, η Fitton υπογραμμίζει ότι η ενυδάτωση δεν περιορίζεται μόνο στο νερό. Υγρά προέρχονται από διάφορες πηγές, όπως καφές και τσάι, καθώς και από τρόφιμα όπως σούπες, φρούτα και λαχανικά. Ως εκ τούτου, οι επίσημες διατροφικές οδηγίες εστιάζουν στη συνολική πρόσληψη υγρών και όχι αποκλειστικά στην κατανάλωση νερού.
Σύμφωνα με διεθνείς διατροφικές προδιαγραφές, η “επαρκής πρόσληψη” υγρών υπολογίζεται γύρω στα 2,7 λίτρα ημερησίως για τις γυναίκες και 3,7 λίτρα για τους άνδρες, περιλαμβάνοντας όλα τα είδη υγρών, όχι μόνο το νερό. Παρά ταύτα, αυτές οι τιμές δεν συνιστούν απόλυτο κανόνα.
Ένας από τους πιο αξιόπιστους δείκτες της ενυδάτωσης παραμένει το χρώμα των ούρων, όπου το ανοιχτό κίτρινο υποδηλώνει καλή ενυδάτωση, ενώ οι πιο σκούρες αποχρώσεις μαρτυρούν την ανάγκη για περισσότερα υγρά.
Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, επομένως, δεν απαιτείται απαραίτητα λιγότερο νερό. Αντιθέτως, συχνά λαμβάνουμε λιγότερα “σήματα” που να μας υπενθυμίζουν την ανάγκη για κατανάλωση υγρών. Η τακτική πρόσληψη υγρών σε καθημερινή βάση και η προσαρμογή στις ανάγκες του σώματος είναι κρίσιμης σημασίας, ξεπερνώντας κάθε γενικό κανόνα.










