Μια καινοτόμος μελέτη αποκαλύπτει άγνωστους μηχανισμούς που ρυθμίζουν την όρεξη και τη διαχείριση ενέργειας, ανοίγοντας τις πύλες για νέες θεραπευτικές επιλογές κατά της παχυσαρκίας. Η διεθνής ερευνητική ομάδα, υπό την καθοδήγηση επιστημόνων από το Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ στο Ηνωμένο Βασίλειο, διαπίστωσε ότι μια πρωτεΐνη που είναι καθοριστική για τον έλεγχο της όρεξης συνεργάζεται στενά με μια άλλη πρωτεΐνη. Αυτή η ανακάλυψη προσφέρει πολύτιρες πληροφορίες για τους μηχανισμούς μέσω των οποίων γενετικοί παράγοντες μπορεί να επηρεάζουν τη ρύθμιση της όρεξης, οδηγώντας σε παχυσαρκία.
Η ερευνητική ομάδα εξερεύνησε πώς η πρωτεΐνη MRAP2 υποστηρίζει τη λειτουργία μιας άλλης πρωτεΐνης σχετικής με την όρεξη, της MC3R. Η MC3R παίζει κρίσιμο ρόλο στο αν ο οργανισμός αποθηκεύει ενέργεια ή αν την καταναλώνει. Προγενέστερες μελέτες είχαν ήδη αναδείξει τη σημασία της MRAP2 στη σωστή λειτουργία μιας συγγενικής πρωτεΐνης, της MC4R, γνωστή για τη ρύθμιση της αίσθησης της πείνας. Οι ερευνητές θέλησαν να εξετάσουν αν η MRAP2 προσφέρει αντίστοιχη υποστήριξη και για την MC3R.
Με πειραματικά μοντέλα, διαπιστώθηκε ότι όταν η MRAP2 συνυπήρχε σε ίσες ποσότητες με την MC3R, η κυτταρική σηματοδότηση γινόταν πιο ισχυρή και αποδοτική. Αυτό το εύρημα επισημαίνει ότι η MRAP2 ενισχύει την ικανότητα της MC3R να διατηρεί την ισορροπία μεταξύ της πρόσληψης και της κατανάλωσης ενέργειας. Οι ερευνητές εντόπισαν επίσης συγκεκριμένες περιοχές της MRAP2 που είναι απαραίτητες για τη στήριξη της σηματοδότησης τόσο της MC3R όσο και της MC4R.
Διαβάστε επίσης: Μελέτη συνδέει την κατανομή λίπους με διαφορετικά πρότυπα γήρανσης του εγκεφάλου.
Πώς οι γενετικές μεταλλάξεις επηρεάζουν τη σηματοδότηση της όρεξης
Στη συνέχεια, οι ερευνητές ερεύνησαν τι συμβαίνει όταν η MRAP2 φέρει γενετικές μεταλλάξεις που έχουν παρατηρηθεί σε άτομα με παχυσαρκία. Οι μεταλλαγμένες μορφές της MRAP2 δεν κατάφεραν να ενισχύσουν τη σηματοδότηση της MC3R, με αποτέλεσμα η πρωτεΐνη ρύθμισης της όρεξης να μην λειτουργεί όσο αποτελεσματικά χρειάζεται.
Αυτά τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι οι αλλαγές στην MRAP2 μπορεί να επηρεάσουν το ορμονικό σύστημα που διατηρεί την ενεργειακή ισορροπία. Όταν αυτό το σύστημα δυσλειτουργεί, ο οργανισμός ενδέχεται να έχει δυσκολίες στην κανονική ρύθμιση της πείνας και της χρήσης ενέργειας.
«Τα ευρήματα προσφέρουν πολύτιρες πληροφορίες σχετικά με τις ορμονικές λειτουργίες, όπως η ενεργειακή ισορροπία και η όρεξη», δηλώνει η Δρ. Κάρολαϊν Γκόρβιν, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης. «Η αναγνώριση της MRAP2 ως βασικού υποστηρικτή αυτών των κρίσιμων πρωτεϊνών που ρυθμίζουν την όρεξη μας παρέχει νέα δεδομένα για άτομα με γενετική προδιάθεση για παχυσαρκία».
Η διεθνής επιστημονική ομάδα σκοπεύει να ερευνήσει εάν οι μελλοντικές θεραπείες θα μπορούσαν να εστιάσουν αυτή την πρωτεΐνη. Τέτοιες θεραπείες θα μπορούσαν να ενισχύσουν το αίσθημα κορεσμού, να ελαχιστοποιήσουν την υπερκατανάλωση τροφής και να δημιουργήσουν μια πιο υγιή ενεργειακή ισορροπία, προσφέροντας νέες δυνατότητες για απώλεια βάρους όταν οι διατροφικές αλλαγές δεν είναι αρκετές.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στις 16 Δεκεμβρίου στο επιστημονικό περιοδικό ScienceSignaling.
ΠΗΓΗ: Scitechdaily










