Ερευνητές από την Αυστραλία έχουν αναπτύξει μια επαναστατική μέθοδο ταυτοποίησης ατόμων, που θυμίζει τις μεθόδους που βασίζονται σε DNA και οδοντιατρικά αρχεία. Η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Edith Cowan στη Δυτική Αυστραλία δημιούργησε μοναδικά ατομικά προφίλ αναλύοντας τις πρωτεΐνες μιας μόνο τρίχας, λειτουργώντας ως ένα νέο είδος «δακτυλικού αποτυπώματος» για εγκληματολογικές έρευνες.
«Αυτή η καινοτόμος τεχνική ονομάζεται πρωτεομική γονοτυποποίηση (proteomic genotyping) και βασίζεται στην εύρεση γενετικά μεταβλητών πεπτιδίων σε μεμονωμένες τρίχες, για την εξαγωγή γενετικών πληροφοριών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ταυτοποίηση ατόμων», αναφέρει η χημικός Ρεμπέκα Τάιντι, συγγραφέας της μελέτης που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο περιοδικό ForensicScienceInternational.
Η μέθοδος αξιοποιεί το πρωτεϊνικό προφίλ των τριχών και είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε περιπτώσεις όπου η ανάλυση DNA δεν είναι εφικτή λόγω απουσίας ή υποβάθμισης του DNA. «Οι πρωτεΐνες ανακτούν την αλληλουχία τους που σχετίζεται με το γονιδίωμα ενός ατόμου», προσθέτει ο Δρ. Τζόελ Γκάμερ, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.
Στην εγκληματολογική πρακτική, το DNA μπορεί να μολυνθεί ή να υποβαθμιστεί, καθιστώντας την ταυτοποίηση από τρίχες δύσκολη. Για να γίνει αυτό, απαιτείται η εύρεση τρίχας με ρίζα, η οποία περιέχει πυρηνικό DNA — το οποίο συνήθως δεν είναι διαθέσιμο στους χώρους εγκλήματος. Ειδικότερα, οι τρίχες που εντοπίζονται συχνά είναι οι αποβληθέντες τύποι που δεν περιέχουν πυρηνικό DNA.
Ο πυρήνας της νέας μεθόδου στηρίζεται στις φυσικές γενετικές παραλλαγές στις πρωτεΐνες, γνωστές ως Πολυμορφισμοί Μονών Αμινοξέων (SAP). Αυτές οι παραλλαγές προκύπτουν από αλλαγές στον κώδικα του DNA κι επηρεάζουν την πρωτεϊνική αλυσίδα. Με τη χρήση μέσων όπως φασματογράφοι μάζας, οι επιστήμονες αναλύουν τα πεπτίδια και καθορίζουν την ακριβή αλληλουχία αμινοξέων που αποκαλύπτει τον γενετικό κώδικα του ατόμου.
Αφού υπολογιστεί ο συνδυασμός των Γενετικά Μεταβλητών Πεπτίδων (GVP), οι επιστήμονες μπορούν να προσδιορίσουν τη Στατιστική Πιθανότητα Τυχαίας Ταύτισης (RMP), δηλαδή πόσο πιθανό είναι το πρωτεϊνικό δείγμα να ανήκει τυχαία σε κάποιον άλλον.
Αν και η ανάλυση DNA παραμένει το «χρυσό πρότυπο» της εγκληματολογίας, η πρωτεϊνική μέθοδος πλησιάζει αυτό το επίπεδο ακρίβειας, με πλεονέκτημα την αποτελεσματικότητα της σε περιπτώσεις υποβαθμισμένου DNA.
Αυτή η τεχνική θα μπορούσε επίσης να συμβάλει στη λύση παλαιών εγκλημάτων. «Οι πρωτεΐνες διατηρούνται ανιχνεύσιμες περισσότερο από το DNA σε δύσκολες συνθήκες», δηλώνει η Ρόμι Κιν, ερευνήτρια της ομάδας. «Οι τρίχες είναι σχεδόν πάντα παρούσες σε εγκληματικές σκηνές, αλλά δεν έχουν αξιοποιηθεί επαρκώς λόγω περιορισμένων αναλύσεων».
Η πρωτεομική γονοτυπία μπορεί να είναι εξαιρετικά χρήσιμη και στην ταυτοποίηση θυμάτων φυσικών καταστροφών, όπου η ανάκτηση του DNA είναι ιδιαίτερα δύσκολη.
Οι ερευνητές συνεργάζονται με το ChemCentre, ένα κορυφαίο επιστημονικό εργαστήριο χημικών επιστημών στην Αυστραλία, που συνεργάζεται με τον οργανισμό PathWest, υπεύθυνο για το μοναδικό εργαστήριο εγκληματολογικής βιολογίας της πολιτείας.
Αν και απαιτείται περαιτέρω επικύρωση για τη χρήση της μεθόδου σε ποινικές έρευνες, είναι πιθανό να δούμε τις πρώτες εφαρμογές της σε εγκληματολογικά πορίσματα μέσα στα επόμενα χρόνια.
Διαβάστε επίσης: Μελέτη που αναμφισβητεί την μοναδικότητα των δακτυλικών αποτυπωμάτων
ΠΗΓΗ: New Atlas










