Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι η πιο οικονομική μέθοδος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ακόμη και αν συμπεριληφθούν οι δαπάνες για νέα δίκτυα, την αποθήκευση ενέργειας (με μπαταρίες) και τις εφεδρείες.
Αυτό αποδεικνύεται από μελέτη της WindEurope, σε συνεργασία με την Hitachi Energy, η οποία αναλύει το συνολικό κόστος για πέντε ενεργειακά σενάρια: τέσσερα που επιτυγχάνουν καθαρό μηδενικό ισοζύγιο και ένα σενάριο «αργής μετάβασης», στο οποίο η Ευρώπη αποτυγχάνει να εκπληρώσει τους κλιματικούς της στόχους.

Σύμφωνα με τη WindEurope:
– Τα σενάρια που στηρίζονται περισσότερο στην πυρηνική ενέργεια, το υδρογόνο ή την αποθήκευση CO2 είναι πιο κοστοβόρα σε σχέση με εκείνα που βασίζονται στις ανανεώσιμες πηγές. Μέχρι το 2050, οι διαφορές κόστους κυμαίνονται από 487 έως 860 δισεκατομμύρια ευρώ.
– Ένα ενεργειακό σύστημα με ανανεώσιμες πηγές είναι 1,6 τρισεκατομμύρια ευρώ φθηνότερο από ένα σχήμα στο οποίο η Ευρώπη δεν επιτυγχάνει το καθαρό μηδενικό ισοζύγιο. Αυτή η διαφορά οφείλεται κυρίως στα κόστη καυσίμων και στις εκπομπές CO2 στο σενάριο της αργής μετάβασης. Μέχρι το 2035, το σενάριο των ανανεώσιμων πηγών θα εξοικονομήσει 331 δισεκατομμύρια ευρώ σε σύγκριση με το αργό σενάριο.
– Οι σωρευτικές εξοικονομήσεις από τη λειτουργία του ενεργειακού συστήματος με ανανεώσιμες πηγές ισοδυναμούν με το ετήσιο κόστος της υγειονομικής περίθαλψης στην Ευρώπη, δηλαδή το 9% του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
– Ένα σύστημα με μεγάλο ποσοστό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εξασφαλίζει σταθερότητα, καθώς η παραγωγή ενέργειας υπερβαίνει τη ζήτηση. Παράλληλα, είναι πιο ανθεκτικό σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς, όπως αυτά που προκλήθηκαν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, και έχει την χαμηλότερη εξάρτηση από εισαγωγές ενεργειακών καυσίμων.
– Τέλος, ένα ενεργειακό σύστημα με βάση τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας προσφέρει πρόσθετα οφέλη στον τομέα της απασχόλησης, καθώς η ευρωπαϊκή βιομηχανία αιολικής ενέργειας, που απασχολεί σήμερα 440.000 άτομα, αναμένεται να φτάσει τις 600.000 μέχρι το 2030.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ










