Μια επαναστατική καινοτομία στο αιώνιο δίλημμα κτηνοτρόφων και καταναλωτών αναφορικά με την πραγματική φρεσκάδα των αλιευμάτων έχει παρουσιαστεί στην Αυστραλία. Ερευνητές του Πανεπιστημίου Monash έχουν αναπτύξει έναν υψηλής τεχνολογίας αισθητήρα με μικροβελόνες, ο οποίος υπόσχεται να ανιχνεύσει την αλλοίωση στα ψάρια σε λιγότερο από ένα λεπτό, παρακάμπτοντας τις παραδοσιακές και πολλές φορές αναξιόπιστες μεθόδους αξιολόγησης.
Αντικειμενική εκτίμηση ποιότητας
Μέχρι σήμερα, η αξιολόγηση της ποιότητας ενός ψαριού στο ιχθυοπωλείο εξακολουθεί να στηρίζεται σε υποκειμενικές ενδείξεις: καθαρά μάτια, φωτεινά βράγχια, σφιχτή σάρκα και πρωτίστως η μυρωδιά. Ωστόσο, αυτές οι ενδείξεις είναι συχνά παραπλανητικές, ακόμα και για τους πιο έμπειρους καταναλωτές, ενώ οι μη αναγνωρίσιμες ενδείξεις αλλοίωσης ξεκινούν σε ασύλληπτο μοριακό επίπεδο πολύ πριν γίνουν αντιληπτές από την ανθρώπινη αίσθηση.
Η νέα συσκευή προτείνει μία αντικειμενική, εργαστηριακής ακριβείας απάντηση, σε φορητή μορφή. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά μικρό τσιπ που διαθέτει μια σειρά από μικροσκοπικές βελόνες (microneedle array – MNA), λεπτότερες από μια τρίχα. Όταν ο αισθητήρας εναγκαλίζεται τη σάρκα του ψαριού, οι βελόνες εισχωρούν ελάχιστα, χωρίς να τραυματίζουν το προϊόν, και αναλύουν το υγρό των ιστών σε πραγματικό χρόνο.
Η «ακρίβεια» της υποξανθίνης
Το μυστικό της τεχνολογίας αυτής έγκειται στον εντοπισμό της υποξανθίνης, μιας χημικής ένωσης που παράγεται φυσιολογικά στους ιστούς των ψαριών αμέσως μετά τον θάνατό τους, καθώς το ATP (η «μπαταρία» των κυττάρων) αρχίζει να διασπάται. Με την πρόοδο του χρόνου, καθώς το ψάρι χάνει τη φρεσκάδα του, τα επίπεδα της υποξανθίνης αυξάνονται ουσιαστικά.
Ενώ οι συμβατικές μέθοδοι για τη μέτρηση αυτής της ουσίας απαιτούν χρονοβόρες διαδικασίες και εξειδικευμένο εξοπλισμό, ο νέος αισθητήρας ολοκληρώνει τη διαδικασία σε λιγότερο από 100 δευτερόλεπτα. Οι μικροβελόνες είναι καλυμμένες με ειδικά νανοσωματίδια χρυσού και ένα ένζυμο που αντιδρά με την υποξανθίνη, μετατρέποντας τις χημικές πληροφορίες σε ηλεκτρικό σήμα. Όσο πιο ισχυρό είναι το σήμα, τόσο πιο αλλοιωμένο είναι το ψάρι.
Δημιουργία αξίας με ακρίβεια
Στις δοκιμές που έγινε από την ομάδα του καθηγητή Nicolas Voelcker στο Ινστιτούτο Φαρμακευτικών Επιστημών του Monash (MIPS), ο αισθητήρας χρησιμοποιήθηκε για τη μέτρηση δειγμάτων σολομού. Τα αποτελέσματα ήταν εξαιρετικά: η συσκευή ανίχνευσε επίπεδα υποξανθίνης χαμηλότερα από 500 μέρη ανά δισεκατομμύριο (ppb), μια ποσότητα που υποδεικνύει εξαιρετικά φρέσκο ψάρι.
Η δημοσίευση της έρευνας στο επιστημονικό περιοδικό ACS Sensors επιβεβαιώνει ότι η ακρίβεια της μεθόδου είναι συγκρίσιμη με τα εμπορικά κιτ ανάλυσης που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία, προσφέροντας ωστόσο τη μεγάλη δυνατότητα ταχύτητας και ευκολίας χρήσης. Δεν απαιτείται καμία χημική επεξεργασία και μια απλή επαφή είναι αρκετή.
Ανεξερεύνητες δυνατότητες στην καθημερινή ζωή
Οι προοπτικές αυτής της τεχνολογίας είναι εντυπωσιακές. Στην αρχή, σκοπεύει να ενσωματωθεί στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων: από εμπόρους χονδρικής έως υπεύθυνους ποιοτικού ελέγχου σε σούπερ μάρκετ και εστιατόρια που επιδιώκουν να διασφαλίσουν την ποιότητα των πρώτων υλών τους. Έτσι, η δυνατότητα άμεσου ελέγχου μπορεί όχι μόνο να αποτρέψει την τροφική δηλητηρίαση, αλλά και να μειώσει την σπατάλη τροφίμων που, αν και είναι ασφαλή, πετιούνται λόγω αμφιβολιών.
Στο μέλλον, οι ερευνητές οραματίζονται μια εκδοχή της συσκευής κατάλληλη για οικιακή χρήση. Φανταστείτε έναν μικρό αισθητήρα στην κουζίνα σας, ο οποίος θα σας ενημερώνει αν το ψάρι που αγοράσατε χθες είναι ακόμα κατάλληλο προς κατανάλωση ή αν πρέπει να μαγειρευτεί άμεσα.
Αυτή η καινοτομία έρχεται να γεφυρώσει ένα σοβαρό κενό στην ασφάλεια των τροφίμων, προσφέροντας μια επιστημονική προσέγγιση και αποδεικνύοντας ότι η νανοτεχνολογία μπορεί να επιφέρει άμεσες και πρακτικές βελτιώσεις στην καθημερινότητά μας.










