Στη δίνη των νέων ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά των ρωσικών πετρελαϊκών ενδιαφερόντων βρέθηκε τη Δευτέρα ο Μουρτάζα Λακχανί, όπως αναφέρει ρεπορτάζ του Reuters. Ο Λακχανί, που φέρεται ως μέτοχος της Cetracore Energy GMBH που εδρεύει στην Αυστρία, διαχειρίζεται επίσης την ελληνική εταιρεία Cetracore-Jetoil.
Η πρωτοβουλία αυτή από την Ευρώπη αντικατοπτρίζει την ανησυχία για την υποστήριξη της Μόσχας στην παράκαμψη των δυτικών κυρώσεων στις εξαγωγές αργού πετρελαίου, που αποτελούν κρίσιμο χρηματοδοτικό πόρο για τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Η Σύνδεση με τη Ρωσία
Ο Καναδο-πακιστανός trader πετρελαίου Μουρτάζα Λακχανί, 63 ετών, είναι διευθύνων σύμβουλος της εμπορικής επιχείρησης Mercantile & Maritime, μιας μεσαίου μεγέθους εταιρείας που έχει γραφεία σε Σιγκαπούρη και Λονδίνο. Σύμφωνα με την Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ, «μέσω των εταιρειών του, διευκολύνει τις αποστολές και τις εξαγωγές ρωσικού πετρελαίου, κυρίως από τη ρωσική κρατική εταιρεία Rosneft».
Ειδικότερα, ο Λακχανί ελέγχει πλοία που μεταφέρουν αργό πετρέλαιο ή προϊόντα προερχόμενα από τη Ρωσία, ενισχύοντας τη ροή ρωσικών ενεργειακών πόρων προς τις αγορές.
Η επαγγελματική του πορεία ξεκίνησε στην παγκόσμια εμπορική εταιρεία Glencore, όπου διετέλεσε ρόλο κλειδί στον τομέα των εξαγωγών πετρελαίου από το Ιράκ την εποχή του Σαντάμ Χουσεΐν. Στη συνέχεια δραστηριοποιήθηκε στο Κουρδιστάν, συνεργαζόμενος με το υπουργείο πετρελαίου και διεθνείς εταιρείες για πωλήσεις καυσίμου.
Συμφωνίες για το Πετρέλαιο και το Αέριο στο Κουρδιστάν
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ο Λακχανί βοήθησε τη ρωσική κρατική εταιρεία Rosneft να υπογράψει συμφωνίες στο πεδίο του πετρελαίου και του αερίου στο Κουρδιστάν, συνεργαζόμενος στενά με τον CEO Igor Sechin. Οι συναντήσεις τους περιλάμβαναν και τελετές υπογραφής στο κύριο οικονομικό φόρουμ της Ρωσίας στην Αγία Πετρούπολη.
Με αυτή τη βάση στήριξης, ο Λακχανί συνέβαλε στην επένδυση της Vitol σε μερίδιο 5% στο έργο Vostok Oil της Rosneft, το οποίο αναμένεται να είναι το μεγαλύτερο πετρελαϊκό έργο που έχει πραγματοποιηθεί στη Ρωσία τα τελευταία χρόνια.
«Η Ρωσία είναι η μεγαλύτερη χώρα σε πόρους παγκοσμίως και η απομόνωσή της στοχεύει μόνο σε βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις», ανέφερε στο ρωσικό κανάλι SolovievLive κατά τη διάρκεια του φόρουμ στην Αγία Πετρούπολη τον Ιούνιο.
Οι Ευρωπαϊκές Κυρώσεις
Η ΕΕ συμπεριέλαβε στον κατάλογο των κυρώσεων και τον Valery Kildiyarov, διευθυντή της Litasco Middle East DMCC, θυγατρικής της Lukoil, η οποία επίσης έχει υποστεί κυρώσεις. Παράλληλα, αναφέρονται και οι Etibar Eyyub, Anar Madatli και Talat Safarov, εξαιτίας των σχέσεών τους με την Coral Energy, η οποία μετονομάστηκε σε 2Rivers Group.
Η Coral Energy εξελίχθηκε σε μια εκ των κορυφαίων ρωσικών εταιρειών εμπορίας πετρελαίου. Ωστόσο, μετά την εξαγορά και αλλαγή ονόματος, η 2Rivers εν ισχυρίστηκε ότι σταμάτησε την εμπορία ρωσικού πετρελαίου το 2023, αν και αυτό δεν έχει επιβεβαιωθεί πλήρως.
Μετά τις κυρώσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ, η 2Rivers δήλωσε ότι σταμάτησε όλες τις εμπορικές της δραστηριότητες τον Ιούνιο και προχώρησε στη διάλυση της επιχείρησης τον Αύγουστο.
Τα 19 Ευρωπαϊκά Πακέτα Κυρώσεων
Μέχρι σήμερα, η ΕΕ έχει επιβάλει 19 πακέτα κυρώσεων, αλλά η Μόσχα φαίνεται να έχει προσαρμοστεί σε πολλές από αυτές τις επιταγές, συνεχίζοντας να πωλεί εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου στην Ινδία και την Κίνα, έστω και με εκπτώσεις. Το μέρος αυτό μεταφέρεται μέσω ενός «σκιώδους στόλου» πλοίων εκτός της δυτικής ναυτιλιακής βιομηχανίας.
Οι τελευταίες κυρώσεις απαγορεύουν τους πολίτες της ΕΕ να συναλλάσσονται με τις εταιρείες και τα άτομα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, περιορίζοντας την πρόσβασή τους σε κρίσιμες ναυτιλιακές και ασφαλιστικές υπηρεσίες. Μέχρι τώρα, η ΕΕ έχει καταχωρίσει περισσότερα από 2.600 άτομα και οντότητες.
Η Αντίδραση της Μόσχας
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επισημάνει εννέα άτομα και οντότητες που υποστηρίζουν τον σκιώδη στόλο πετρελαιοφόρων της Ρωσίας. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι θα προστεθούν περισσότερα από 40 πλοία στον κατάλογο των κυρώσεων, αυξάνοντας τον συνολικό αριθμό σε περίπου 600 πλοία.
Η Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ρωσίας στην ΕΕ εξέφρασε την άποψη ότι τα νέα μέτρα θα πλήξουν κυρίως τους πολίτες των ευρωπαϊκών κρατών, καταλήγοντας ότι η στρατηγική αυτή είναι αναποτελεσματική και φέρνει βλάβες στην κοινωνικοοικονομική κατάσταση των Ευρωπαίων πολιτών.
«Είναι κρίμα που οι Βρυξέλλες δεν αναγνωρίζουν την απλή αλήθεια: Εάν η ίδια ενέργεια επαναλαμβάνεται και αποτυγχάνει ξανά και ξανά, σημαίνει ότι η στρατηγική πρέπει να αναθεωρηθεί», αναφέρεται στη δήλωσή τους.










