Η τιμολόγηση των φαρμάκων έχει αναδειχθεί σε ένα από τα πιο πιεστικά ζητήματα της φαρμακευτικής βιομηχανίας για το 2023, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να επιδιώκουν δραστική μείωση των δαπανών για τους καταναλωτές. Η κατάσταση αυτή υπογραμμίζει τη σημασία της αμερικανικής αγοράς, η οποία είναι η μεγαλύτερη για τις περισσότερες φαρμακευτικές και βιοτεχνολογικές εταιρείες παγκοσμίως.
Οι τιμές φαρμάκων στις ΗΠΑ είναι συχνά σχεδόν τριπλάσιες από αυτές που παρατηρούνται σε άλλες χώρες, γεγονός που καθιστά τις πωλήσεις στην αμερικανική αγορά κρίσιμες για την ευημερία του κλάδου. Ειδικότερα, τα επώνυμα φάρμακα συνήθως καταγράφουν ακόμη υψηλότερες τιμές.
Περίπου το 50% των πωλήσεων των 10 μεγαλύτερων βιοφαρμακευτικών εταιρειών του δείκτη υγείας Stoxx 600 προέρχεται από τις ΗΠΑ.
Ο Πρόεδρος Joe Biden έχει ασκήσει πίεση για τη μείωση των τιμών φαρμάκων μέσω της πολιτικής «Most Favored Nations» (MFN), που επιδιώκει οι τιμές στις ΗΠΑ να ανταγωνίζονται αυτές των άλλων πλούσιων κρατών. Αυτή η πολιτική ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στους ισολογισμούς των φαρμακευτικών εταιρειών.
Η Αμερικανική αγορά και οι μεγαλύτερες εταιρείες
Μεταξύ των 10 μεγαλύτερων βιοφαρμακευτικών εταιρειών του δείκτη Stoxx 600, πέντε εξ’ αυτών αντλούν τη μεγαλύτερη μερίδα των πωλήσεών τους από την αμερικανική αγορά: Roche, Novo Nordisk, GSK, Argenx και UCB.

Η Argenx είναι η πιο εκτεθειμένη στην αμερικανική αγορά, με το 85% των συνολικών πωλήσεών της να προέρχεται από εκεί. Αντίθετα, οι γερμανικές εταιρείες Merck KGaA και Bayer αναφέρουν ότι περίπου το 30% των πωλήσεών τους προέρχεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η AstraZeneca, η μεγαλύτερη εταιρεία του FTSE 100, πραγματοποιεί το 42% των πωλήσεών της στη συγκεκριμένη αγορά και αποσκοπεί να αυξήσει αυτό το μερίδιο, επιδιώκοντας έσοδα 80 δισεκατομμυρίων δολαρίων έως το 2030. Στην τρίμηνη ανακοίνωσή της, η AstraZeneca δήλωσε ότι προχωρά σε στρατηγικές που ενισχύουν τη θέση της στην αμερικανική αγορά.
Στρατηγικές Συμφωνίες
Η πίεση που ασκείται από την κυβέρνηση Biden για τη μείωση των τιμών των φαρμάκων έχει αναγκάσει πολλές φαρμακευτικές εταιρείες να διερευνήσουν προτάσεις για την υπογραφή συμφωνιών.
Τον Μάιο του τρέχοντος έτους, ο Πρόεδρος υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα σχετικά με τη θεσμοθέτηση της πολιτικής τιμολόγησης MFN. Οι πρόσφατες επιστολές του προς 17 μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες ζητούσαν τη μείωση των τιμών των συνταγογραφούμενων φαρμάκων στις ΗΠΑ.
Παράλληλα, η τρέχουσα κυβέρνηση έχει εντείνει τις πιέσεις για την εγχώρια παραγωγή φαρμάκων, προειδοποιώντας τις εταιρείες που δεν επενδύουν στην αμερικανική παραγωγή με υψηλούς δασμούς.
Εταιρείες όπως η AstraZeneca και η Novo Nordisk έχουν ήδη προσφέρει συμφωνίες με την κυβέρνηση Biden για τη μείωση των τιμών φαρμάκων στην αγορά, αν και οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι η θετική επίδραση στα κέρδη τους μπορεί να είναι περιορισμένη.


Ενώ η συμφωνία MFN της AstraZeneca θεωρείται ευνοϊκή, οι αναλυτές προειδοποιούν ότι οι χώρες της ΕΕ θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν περιορισμένη πρόσβαση στα φάρμακα.
Προτού ξεκινήσουν οι διαδικασίες εφαρμογής των συμφωνιών, οι Roche και Novartis φημολογείται ότι πλησιάζουν σε συμφωνίες με την κυβέρνηση Biden, οι οποίες μπορεί να ανακοινωθούν σύντομα.
Και οι δύο εταιρείες έχουν εκφράσει τη στήριξή τους στην πρωτοβουλία της κυβέρνησης για μείωση των τιμών, αλλά δεν έχουν επιβεβαιώσει τις λεπτομέρειες των διαπραγματεύσεων.










