Στις 26 Δεκεμβρίου 1898, σε ένα Παρίσι γεμάτο γιορτινές αναμνήσεις, η ιστορία της Φυσικής άρχισε να γράφεται εκ νέου. Οι Μαρί και Πιερ Κιουρί, μετά από ατελείωτες ώρες έρευνας, ανακοίνωναν στην Ακαδημία Επιστημών της Γαλλίας την ανακάλυψη ενός νέου, μυστηριώδους στοιχείου. Το ονόμασαν «ράδιο». Κανείς από αυτούς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι η σημαντικότερη επιστημονική τους επιτυχία θα τους οδηγούσε ταυτόχρονα και προς την προσωπική τους καταστροφή.
Το μυστήριο του ορυκτού που «έκαιγε»
Η πορεία προς την ανακάλυψη δεν ήταν ευθύγραμμη αλλά γεμάτη προκλήσεις και γρίφους. Όλα ξεκίνησαν όταν η Μαρί Κιουρί αποφάσισε να ερευνήσει τις παράξενες ακτίνες που είχε παρατηρήσει νωρίτερα ο Ανρί Μπεκερέλ από τα άλατα του ουρανίου.
Μέσα από την μελέτη του ουρανινίτη (pitchblende), ενός μαύρου ορυκτού πλούσιου σε ουράνιο, η Κιουρί ανακάλυψε κάτι που διαφοροποιούσε όλα όσα ήξερε: το ορυκτό εξέπεμπε πολύ ισχυρότερη ακτινοβολία από όσο θα δικαιολογούσε η περιεκτικότητά του σε ουράνιο. Οι μετρήσεις της ήταν αμείλικτες. Κάτι άλλο κρυβόταν στην καρδιά αυτής της μαύρης πέτρας, κάτι άγνωστο και εξαιρετικά ισχυρό.
Νωρίτερα το ίδιο έτος, το ζεύγος είχε απομονώσει το πολώνιο, προς τιμήν της πατρίδας της Μαρί, της Πολωνίας. Ωστόσο, η χημική ανάλυση έδειξε ότι υπήρχε και ένα δεύτερο στοιχείο, παρόμοιο με το βάριο, αλλά με τελείως διαφορετικές ακτινολογικές ιδιότητες.
Η τιτάνια προσπάθεια στο «υπόστεγο»
Η επιβεβαίωση της ύπαρξης του ραδίου δεν προήλθε από σύγχρονες εγκαταστάσεις. Το εργαστήριο των Κιουρί ήταν ουσιαστικά ένα εγκαταλειμμένο υπόστεγο της Σχολής Φυσικής και Χημείας, με κακό εξαερισμό και μια οροφή που έσταζε όταν έβρεχε.
Εκεί, η Μαρί ανέλαβε το πιο απαιτητικό κομμάτι της φυσικής εργασίας. Επεξεργαζόταν τόνους βιομηχανικών αποβλήτων ουρανιτίτη, ανακατεύοντας βραστά υγρά σε τεράστια καζάνια με μια σιδερένια ράβδο, σχεδόν ίση με το ύψος της. Σκοπός ήταν να απομονώσει ελάχιστα χιλιοστά του γραμμαρίου καθαρού ραδίου μέσα από τόνους πέτρας. Ήταν περισσότερο βιομηχανική εργασία παρά ακαδημαϊκή έρευνα.
Χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια αδιάκοπης δουλειάς μέχρι το 1902, όταν κατάφεραν να απομονώσουν αρκετή ποσότητα χλωριούχου ραδίου για να προσδιορίσουν το ατομικό του βάρος (225). Αυτή η επιτυχία τους απέφερε το Νόμπελ Φυσικής το 1903 (μαζί με τον Μπεκερέλ), ενώ η Μαρί θα κέρδιζε αργότερα και το Νόμπελ Χημείας το 1911, καταγράφοντας ιστορία ως η πρώτη άνθρωπος με δύο βραβεία Νόμπελ.
Η λαμπερή απειλή και το τραγικό τίμημα
Το ράδιο είχε μια μαγευτική ιδιότητα: εξέπεμπε μια αχνή, απόκοσμη μπλε λάμψη στο σκοτάδι. Το ζεύγος Κιουρί, γοητευμένο από το δημιούργημά του, συνήθιζε να κουβαλά φιαλίδια με ράδιο και πολώνιο στις τσέπες του, αποκαλώντας τα «όμορφα φώτα» του εργαστηρίου.
Τη χρονική αυτή περίοδο, η έννοια της ραδιενέργειας και οι επιπτώσεις της στον ανθρώπινο οργανισμό ήταν παντελώς άγνωστη. Δεν υπήρχαν μέτρα προστασίας. Οι Κιουρί παρατηρούσαν τα χέρια τους να σκάνε και να εμφανίζουν εγκαύματα και πληγές που δεν έκλειναν, πιστεύοντας ότι οφείλονταν στην κόπωση ή σε χημικές αντιδράσεις, χωρίς να γνωρίζουν ότι η ανακάλυψή τους άρχιζε να καταστρέφει τα κύτταρά τους.
Η Μαρί Κιουρί απεβίωσε στις 4 Ιουλίου 1934 από απλαστική αναιμία, μια σπάνια ασθένεια του αίματος που συνδέεται άμεσα με παρατεταμένη έκθεση σε υψηλά επίπεδα ακτινοβολίας. Έγινε το θύμα της ίδιας της επιστήμης που υπηρέτησε με αφοσίωση.
Μια κληρονομιά που εκπέμπει ακόμα
Η ανακάλυψη του ραδίου δεν άλλαξε μόνο τον περιοδικό πίνακα. Άνοιξε την πόρτα στην πυρηνική φυσική, στις θεραπείες του καρκίνου (ακτινοθεραπείες) και στην κατανόηση της θεμελιώδους δομής του ατόμου. Ο όρος «ραδιενέργεια» (radioactivity), που επινοήθηκε από τη Μαρί, έγινε κεντρικός πυλώνας της σύγχρονης επιστήμης.
Ωστόσο, η υλική κληρονομιά της Μαρί Κιουρί παραμένει επικίνδυνη. Σχεδόν έναν αιώνα μετά τον θάνατό της, τα προσωπικά της αντικείμενα, ρούχα, έπιπλα και κυρίως τα τετράδια σημειώσεών της, φυλάσσονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας σε κουτιά με επένδυση μολύβδου. Όποιος ερευνητής επιθυμεί να τα μελετήσει, υποχρεούται να φορέσει ειδική προστατευτική στολή και να υπογράψει δήλωση αποποίησης ευθύνης.
Αυτά τα τετράδια, όπου καταγράφηκε η στιγμή της ανακάλυψης της 26ης Δεκεμβρίου, θα παραμείνουν ραδιενεργά για τουλάχιστον 1.500 χρόνια ακόμα!
Η ανακάλυψη του ραδίου παραμένει ένα από τα πιο καθοριστικά ορόσημα στην ιστορία της επιστήμης και η επίδρασή της συνεχίζει να γίνεται αισθητή μέχρι σήμερα!







