Η χρήση των social media έχει αποκτήσει εθιστικά χαρακτηριστικά, με τις συνέπειες της υπερβολικής χρήσης να πλήττουν κυρίως ανηλίκους. Πρόσφατα, η Αυστραλία προχώρησε σε απόφαση για την απαγόρευση πρόσβασης στα κοινωνικά δίκτυα για εφήβους κάτω των 16 ετών, θέτοντας ένα προηγούμενο που παρακολουθείται στενά παγκοσμίως.
Η πολιτική αυτή της αυστραλιανής κυβέρνησης παρακολουθείται όχι μόνο από άλλες κυβερνήσεις, αλλά και από επιστήμονες και ακτιβιστές που ενδιαφέρονται για την ασφάλεια των νέων. Το ερώτημα που ανακύπτει είναι αν θα ακολουθήσουν και άλλες χώρες το παράδειγμα της Αυστραλίας.
Πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν αρχίσει να εξετάζουν παρόμοια μέτρα περιορισμού της πρόσβασης των ανηλίκων στα κοινωνικά δίκτυα.
Σύμφωνα με έρευνα της βρετανικής εφημερίδας Guardian, πολλές ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, διερευνούν τη δυνατότητα εφαρμογής αντίστοιχων περιορισμών. Ο Έλληνας Πρωθυπουργός έχει ήδη δηλώσει ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να περιορίσει την πρόσβαση σε social media για νέους κάτω των 15 ετών μέσω του συστήματος Kids Wallet, το οποίο ελέγχει την ηλικία των χρηστών.
Ο στόχος είναι να περιοριστεί το ανεξέλεγκτο «σκρολάρισμα», ένα φαινόμενο που οι ειδικοί έχουν συνδέσει με νευροαναπτυξιακές διαταραχές και προβλήματα συγκέντρωσης.
Παράλληλα, η Ελλάδα εξετάζει περιορισμούς στην πρόσβαση ανηλίκων κάτω των 18 ετών σε ιστοσελίδες στοιχηματισμού, πορνογραφίας και πωλήσεων καπνού και αλκοόλ. Η Αθήνα βρίσκεται σε επαφή με μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες προκειμένου να διασφαλίσει την εφαρμογή αυτών των μέτρων, με στόχο να γίνει μία από τις πρώτες χώρες της ΕΕ που προστατεύει τους νέους από τους ψηφιακούς κινδύνους.
Πανευρωπαϊκή Κινητοποίηση για την Προστασία των Ανηλίκων
Άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι επίσης σε διαδικασία κινητοποίησης για την προστασία των ανηλίκων. Στη Γαλλία, είναι υποχρεωτική η γονική άδεια για την πρόσβαση σε κοινωνικά δίκτυα για ανήλικους κάτω των 15 ετών. Αξιοσημείωτη είναι και η πρωτοβουλία του Γάλλου Προεδρου Εμανουέλ Μακρόν που έχει συστήσει Κοινοβουλευτική Επιτροπή, η οποία μελετά την επιβολή «ψηφιακής απαγόρευσης κυκλοφορίας» κατά τις νυχτερινές ώρες για νέους 15 έως 18 ετών.
Η Ολλανδία έχει επίσης προτείνει στους γονείς να κρατούν τα παιδιά τους εκτός social media έως την ηλικία των 15 ετών, ενώ η Δανία και η Νορβηγία εξετάζουν την επιβολή κατώτατου ηλικιακού ορίου τα 15 έτη για την πρόσβαση.
Η Δανή Πρωθυπουργός Μέτε Φρέντρικσεν επισήμανε ότι οι σύγχρονες τεχνολογίες «κλέβουν» την παιδική ηλικία των παιδιών, ενώ ο Νορβηγός Πρωθυπουργός Γιόνας Γκαρ Στέρε δήλωσε ότι εργάζεται για να προστατεύσει τα παιδιά από τις συνέπειες των αλγορίθμων. Από την πλευρά του, ο Ισπανός Πρωθυπουργός Πέδρο Σάντες ζητά την ψήφο του Κοινοβουλίου για τη θέσπιση κατώτατου ηλικιακού ορίου τα 16 έτη για τη χρήση social media.
Η Ιρλανδία επίσης προχωρά στην ανάπτυξη ενός «ψηφιακού πορτοφολιού» για την επαλήθευση της ηλικίας και ταυτότητας των χρηστών στα social media, με τον Υπουργό Μέσων Ενημέρωσης Πάτρικ Ο’Ντόνοβαν να υπογραμμίζει ότι μία απαγόρευση αντίστοιχη με αυτή της Αυστραλίας είναι «σε εφεδρεία» προς εξέταση.
Η ΕΕ έχει ήδη θεσπίσει μέτρα για την ψηφιακή ασφάλεια μέσω του Νόμου περί Ψηφιακών Υπηρεσιών.
Ευρωπαϊκές Ρυθμίσεις και Νόμοι για την Ψηφιακή Ασφάλεια
Σε επίπεδο ΕΕ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει εγκρίνει ένα μη δεσμευτικό ψήφισμα που προτείνει την απαγόρευση χρήσης social media για άτομα κάτω των 16 ετών, εκτός αν οι γονείς το επιτρέψουν. Το ψήφισμα επισημαίνει την «εθιστική φύση» των κοινωνικών δικτύων και αφήνει ανοιχτό το θέμα της τελικής ρύθμισης. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση της προεδρεύουσας της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία ανέφερε ότι είναι αναγκαία η δημιουργία ομάδας εμπειρογνωμόνων για την ενημέρωση των γονέων σχετικά με την ασφάλεια των παιδιών τους.
Το Σεπτέμβριο, η φον ντερ Λάιεν ανέφερε ότι οι γονείς «πνίγονται» από την αφθονία των ψηφιακών υπηρεσιών που κατακλύζουν τον κόσμο των παιδιών τους.
Η Αντίκτυπος της Απαγόρευσης και της Ψηφιακής Πολιτικής
Στη Βρετανία, η κυβέρνηση των Εργατικών εξετάζει την επιβολή απαγόρευσης κατόπιν προσεκτικής εξέτασης των στοιχείων. Παρόλο που υπήρξαν προσπάθειες να προταθεί νομοθεσία για περιορισμό της πρόσβασης για άτομα κάτω των 16 ετών, οι κανονισμοί δεν υιοθετήθηκαν ακόμα. Ο οργανισμός Molly Rose Foundation, που ιδρύθηκε μετά την αυτοκτονία της 14χρονης Μόλι Ράσελ, εκφράζει ανησυχίες ότι μια απαγόρευση δεν θα μείωνε τους κινδύνους από τα social media και πως οι τεχνολογικές εταιρείες θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη για τη βελτίωση της ασφάλειας τους.
Η βαρόνη Μπίμπαν Κίντρον, μέλος της Βουλής των Λόρδων, συμφωνεί ότι οι απαγορεύσεις δεν είναι πανάκεια, επισημαίνοντας ότι θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν τις εταιρείες να κάνουν περισσότερα για την προστασία των παιδιών.
Η παγκόσμια ανησυχία για την ψυχική υγεία και την ασφάλεια των ανηλίκων είναι μεγάλη.
Η Κατάσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι περιορισμοί στα social media υλοποιούνται σε πολιτειακό επίπεδο με ποικιλία κανονισμών. Στη Γιούτα, είναι υποχρεωτική η γονική συναίνεση για χρήστες κάτω των 18, ενώ στη Φλόριντα, ο κυβερνήτης Ρον ΝτεΣάντις υπέγραψε νόμο που απαγορεύει την πρόσβαση σε άτομα κάτω των 14 ετών. Αντίστοιχες ρυθμίσεις έχουν θεσπιστεί και σε πολιτείες όπως η Βιρτζίνια και η Τζόρτζια.
Επαγγελματίες όπως ο μηχανικός Αρτούρο Μπεχάρ, πρώην στέλεχος της Meta, επισημαίνουν ότι οι ομοσπονδιακοί κανονισμοί είναι ακόμη σε πρώιμα στάδια και οι διαδικασίες θέσπισης νόμων απαιτούν χρόνο λόγω της πολιτικής πολυπλοκότητας.
Ευθύνη των Εταιρειών για την Ψηφιακή Ασφάλεια
Η παγκόσμια ανησυχία για τις συνέπειες των social media για την ψυχική υγεία και την ασφάλεια των νέων είναι έντονη. Χώρες όπως η Μαλαισία και η Βραζιλία προγραμματίζουν απαγορεύσεις για άτομα κάτω των 16 ετών.
Η UNICEF υποστηρίζει ότι οι απαγορεύσεις μπορεί να προκαλέσουν ανεπιθύμητα αποτελέσματα, ενώ αναγνωρίζει τη θετική επιρροή που μπορούν να έχουν οι ψηφιακές πλατφόρμες. Το συμπέρασμά της είναι ότι οι εταιρείες τεχνολογίας πρέπει να αναλάβουν πλήρη ευθύνη για την ασφάλεια των πλατφορμών τους.
Καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις υποχρεώσεις των εταιρειών να επενδύσουν στην ασφάλεια προϊόντων και υπηρεσιών. Αυτό, ωστόσο, καθιστά δύσκολη τη δημιουργία δικλίδων ασφαλείας, όπως έχει δείξει και η περίπτωση της Αυστραλίας, όπου η προσέγγιση εστιάζει στη θεραπεία των συμπτωμάτων και όχι στην πηγή του προβλήματος.










