Στην καρδιά της οικονομικής στρατηγικής της κυβέρνησης βρίσκεται το δημόσιο χρέος, καθώς προγραμματίζεται η διάθεση επιπλέον 8,8 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2026 για την πρόωρη αποπληρωμή μνημονιακών δανείων (διακρατικών δανείων, γνωστών ως GLF).
Ο κύριος στόχος της κυβέρνησης είναι η εξόφληση αυτών των δανείων μέχρι το 2031, δέκα χρόνια νωρίτερα από την αρχικά προγραμματισμένη ημερομηνία λήξης, ενισχύοντας έτσι την οικονομική σταθερότητα της χώρας.
Μέχρι σήμερα, η Ελλάδα έχει πραγματοποιήσει πρόωρες αποπληρωμές ευρωπαϊκών δανείων συνολικού ύψους 20,1 δισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ επιπλέον 7,9 δισεκατομμύρια ευρώ έχουν κατευθυνθεί προς την πρόωρη εξόφληση δανείων από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Συνολικά, η χώρα έχει αποπληρώσει χρέη ύψους 29 δισ. ευρώ, γεγονός που οδήγησε σε εξοικονόμηση 3,5 δισ. ευρώ από τόκους.
Σε ταμειακή βάση, οι συνολικές χρηματοδοτικές ανάγκες για το 2026 ανέρχονται σε 24,7 δισεκατομμύρια ευρώ.
Στρατηγική Προγραμματισμού και Δημόσιο Χρέος
Σύμφωνα με τον προγραμματισμό για το νέο έτος, που ανακοινώθηκε από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), το Ελληνικό Δημόσιο σχεδιάζει να αντλήσει περίπου 8 δισεκατομμύρια ευρώ από τις χρηματοπιστωτικές αγορές, έναντι 7,5 δισ. ευρώ που αντλήθηκαν το 2022.
Η έκθεση του ΟΔΔΗΧ τονίζει ότι η στρατηγική χρηματοδότησης για το 2026 επικεντρώνεται στην παρατεταμένη παρουσία της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές ομολόγων. Παράλληλα, στοχεύει στη συνέχιση της μείωσης του δημόσιου χρέους, την προληπτική και ενεργή διαχείριση του χαρτοφυλακίου χρέους και τη διατήρηση ενός σημαντικού ταμειακού αποθέματος.
Επιπλέον, προγραμματίζεται η βελτίωση της λειτουργίας της δευτερογενούς αγοράς ελληνικών ομολόγων και η μείωση του κινδύνου αναχρηματοδότησης, ενισχύοντας έτσι την αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας.
Τα δεδομένα δείχνουν ότι οι συνολικές χρηματοδοτικές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου για το 2026 ανέρχονται σε 24,7 δισεκατομμύρια ευρώ, με 8,9 δισ. ευρώ να διατίθενται για χρεολύσια και 5,2 δισ. ευρώ για τόκους.
Αναμένονται έσοδα 4,2 δισ. ευρώ από διάφορες πηγές, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ενώ επιπλέον 618 εκατομμύρια ευρώ αναμένονται από έσοδα συμμετοχών σε μετοχές και επενδυτικά κεφάλαια. Το πρωτογενές αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα είναι πλεονασματικό κατά 6,5 δισεκατομμύρια ευρώ, μειώνοντας αντίστοιχα τις συνολικές χρηματοδοτικές ανάγκες.
Στο πεδίο του δημόσιου χρέους, εκτιμάται ότι ο συνολικός όγκος θα μειωθεί κατά 5,461 δισεκατομμύρια ευρώ, φτάνοντας τα 359,3 δισεκατομμύρια ευρώ. Ως ποσοστό του ΑΕΠ αυτό θα υποχωρήσει στο 138,2% από 145,9% που εκτιμάται για το 2025, με στόχο να πέσει κάτω από το 120% του ΑΕΠ έως το 2029.










