Η ρύπανση από πλαστικά έχει αναδειχθεί, τα τελευταία χρόνια, σε έναν από τους πιο υποχθόνιους εχθρούς του πλανήτη μας. Μέχρι πρόσφατα, όμως, η σοβαρότητά της υποτιμούταν. Σύμφωνα με νέα εκτενή έρευνα από το Pew Charitable Trusts και συνεργαζόμενους ερευνητές, το μέλλον που προκύπτει είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό: αν δεν ληφθούν μέτρα, η ρύπανση από πλαστικά θα ξεπεράσει τα επίπεδα των 280 εκατομμυρίων τόνων μέχρι το 2040, εν συγκρίσει με τους 130 εκατομμύρια τόνους σήμερα, με τη ροή πλαστικού στο περιβάλλον να ισοδυναμεί με απορριμματοφόρο αυτό το δευτερόλεπτο.
Ο ζοφερός αυτός υπολογισμός προκύπτει από μια κρίσιμη αντίθεση: η παραγωγή πλαστικού αυξάνει με ταχύτητα κατά διπλάσιο ρυθμό σε σχέση με τις δυνατότητες διαχείρισης απορριμμάτων. Δηλαδή, καθώς οι βιομηχανίες συνεχίζουν να παράγουν νέα πολυμερή με φρενήρεις ρυθμούς, οι υποδομές υποδοχής και ανακύκλωσης παραμένουν στάσιμες και υποβαθμισμένες.
Η αναφορά, η οποία προέρχεται από τη συνεργασία με το ICF International, το Imperial College London και το University of Oxford, σημειώνει με έμφαση ότι οι κυβερνήσεις και οι επιχειρήσεις έχουν την υποχρέωση να δράσουν άμεσα. Η έκκληση αυτή δεν είναι ρητορική φραστική υπερβολή, αλλά βασίζεται σε ανησυχητικά δεδομένα που αποδεικνύουν την αναγκαιότητα παρέμβασης για την υγεία, το κλίμα και τις οικονομίες μας.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η εκτίμηση είναι ότι η ρύπανση από πλαστικά θα φθάσει στους 280 εκατομμύρια τόνους σε διάστημα 15 ετών, ενώ ταυτόχρονα η συνολική παραγωγή πλαστικών προϊόντων θα εκτοξευθεί κατά 52%. Ιδιαίτερα ανησυχητικές είναι οι επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία με αύξηση κατά 75% των καρδιοαγγειακών παθήσεων, του άσθματος και διαφόρων μορφών καρκίνου, λόγω της ανάπτυξης νέων τύπων πολυμερών και της καύσης πλαστικών απορριμμάτων σε πολλές χώρες.
Αναμφίβολα, αυτή η καταναλωτική έκρηξη έχει σοβαρές συνέπειες και για το κλίμα. Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που σχετίζονται με την παραγωγή πλαστικών αναμένεται να εκτοξευθούν κατά 58% έως το 2040, επιβεβαιώνοντας ότι το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στα απορρίμματα αλλά είναι επίσης ένας κρυφός επιταχυντής της κλιματικής αλλαγής.
Παράλληλα, το φαινόμενο των μικροπλαστικών – σχεδόν αόρατα σωματίδια με σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις – αναμένεται να αυξηθεί κατά περισσότερο από 50%. Σε χώρες υψηλού εισοδήματος, τα μικροπλαστικά μπορεί να αντιστοιχούν μέχρι και το 79% της συνολικής ρύπανσης από πλαστικά. Αυτά τα ποσοστά αναδεικνύουν την εκτενή διείσδυση τους στην καθημερινότητά μας, από το πόσιμο νερό μέχρι τα οικοσυστήματα που μας περιβάλλουν.
Ωστόσο, σε αυτό το σκοτεινό τοπίο υπάρχουν εφαρμόσιμες λύσεις. Η αναφορά υποστηρίζει ότι υιοθετώμενες πολιτικές μπορούν να οδηγήσουν σε δραστική μείωση της πλαστικής ρύπανσης, που θα φτάσει το 83% έως το 2040 αν καταργηθούν όλα τα περιττά πλαστικά. Για τα μικροπλαστικά, η εξάλειψη μπορεί να φτάσει το 41%. Επιπλέον, στοχευμένα μέτρα θα μπορούσαν να μειώσουν κατά 38% τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και κατά 54% τον αντίκτυπο στην ανθρώπινη υγεία.
Οι οικονομικές διαστάσεις αυτής της κρίσης είναι εξίσου σοβαρές. Η ενίσχυση μιας κυκλικής οικονομίας μπορεί να προσφέρει ετήσιες εξοικονομήσεις ύψους 19 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε δημόσιες δαπάνες για τη διαχείριση απορριμμάτων. Επίσης, θα δημιουργηθούν 8,6 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, επισημαίνοντας την οικονομική ευκαιρία που παρέχει η απομάκρυνση από την εξάρτηση από το πλαστικό.
Ωστόσο, η αναφορά προειδοποιεί ότι οποιαδήποτε καθυστέρηση πέντε ετών για τις αναγκαίες παρεμβάσεις θα προσθέσει 540 εκατομμύρια τόνους πλαστικού στο περιβάλλον και θα κοστίσει επιπλέον 27 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως στις κυβερνήσεις παγκοσμίως. Η αδράνεια δεν αποτελεί απλώς επικίνδυνη επιλογή, αλλά είναι και η πιο ακριβή.
Αυτή τη στιγμή, ο κόσμος βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Η ρύπανση από πλαστικά έχει γίνει πλέον καθημερινή πραγματικότητα που αγγίζει από τους ωκεανούς μέχρι το σώμα μας. Η αναφορά καλεί σε μια «παγκόσμια συνεργασία χωρίς προηγούμενο», υπογραμμίζοντας την επείγουσα φύση της κατάστασης και ότι ο χρόνος που απομένει δεν είναι όσος πιστεύαμε.










