Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα μπροστά σε ένα πρωτοφανές κύμα εξελιγμένων κυβερνοαπειλών, με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να αποτελούν τον κύριο στόχο των επιτιθέμενων. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η Kaspersky, τα δείγματα κακόβουλου λογισμικού που εντοπίζονται καθημερινά σε παγκόσμιο επίπεδο ξεπερνούν τις 500.000. Αυτή η αύξηση καταδεικνύει τη μετάβαση από τις σποραδικές παραβιάσεις σε μια βιομηχανοποιημένη και μαζική διαδικασία. Σημειώνεται ότι η Ελλάδα κατατάσσεται στην έκτη θέση παγκοσμίως όσον αφορά τον όγκο κακόβουλου λογισμικού στην εισερχόμενη κίνηση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Επιπλέον, σύμφωνα με στοιχεία από το Infocom, η χώρα κατέχει την πρώτη θέση στη Νότια Ευρώπη σε επιθέσεις που στοχεύουν κρίσιμα βιομηχανικά συστήματα, γεγονός που υπογραμμίζει την κρισιμότητα της κατάστασης για τις εθνικές υποδομές και την οικονομία.
Η ποιοτική αναβάθμιση των κυβερνοαπειλών έχει αναδειχθεί σε κυρίαρχο χαρακτηριστικό της νέας εποχής. Ειδικότερα, επιθέσεις όπως η κλοπή κωδικών πρόσβασης και τα exploits παρουσιάζουν ραγδαία αύξηση. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι επιθέσεις μέσω backdoors έχουν αυξηθεί κατά πάνω από 130% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Η πτώση του κόστους χρήσης της Τεχνητής Νοημοσύνης για την προετοιμασία των επιθέσεων καθιστά τους κυβερνοεγκληματίες πιο αποτελεσματικούς στην εκτέλεση επιθέσεων, οι οποίες γίνονται ταχύτερες και πιο πειστικές. Η παλαιά αντίληψη σύμφωνα με την οποία ένας μικρότερος αριθμός περιστατικών σηματοδοτούσε μεγαλύτερη ασφάλεια έχει πλέον ανατραπεί. Σήμερα, μια μόνο επιτυχής επίθεση μπορεί να προκαλέσει μακροχρόνιες συνέπειες για τον οργανισμό, καθιστώντας την αναγνώρισή τους πιο δύσκολη.
Οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, που αντιπροσωπεύουν το 99,9% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα και απασχολούν πάνω από το 80% του εργατικού δυναμικού, γίνονται συχνά στόχοι λόγω του συνδυασμού πολύτιμων δεδομένων και περιορισμένων πόρων. Σύμφωνα με παγκόσμια έρευνα σε 880 επιχειρήσεις από την Ελλάδα και άλλες 15 χώρες της Ευρώπης και της Νότιας Αφρικής, υπάρχουν σοβαρά ελλείμματα στρατηγικής. Το 65% των ελληνικών ΜμΕ δεν διαθέτει σαφή στρατηγική κυβερνοασφάλειας, ενώ λιγότερο από το ένα τρίτο (28%) διαθέτει εξειδικευμένη ομάδα εντός της εταιρείας. Το 18% απευθύνεται σε εξωτερικούς συνεργάτες για ζητήματα ασφάλειας, με μία στις πέντε εταιρείες να αναφέρει την έλλειψη ικανοτήτων ως σημαντική πρόκληση, αδυνατώντας να ανταγωνιστούν τον ρυθμό εξέλιξης των απειλών.
Σημαντικά εμπόδια εντοπίζονται και στον τομέα της διοίκησης και της οικονομικής διαχείρισης κινδύνων. Πάνω από το 35% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι η διοίκηση δεν κατανοεί επαρκώς τη σημασία της κυβερνοασφάλειας. Αυτό το στοιχείο είναι ανησυχητικό, καθώς το μέσο κόστος ανάκαμψης από μια επιτυχής επίθεση ξεπερνά κατά 50% τον ετήσιο προϋπολογισμό κυβερνοασφάλειας αυτών των επιχειρήσεων. Σημειώνεται πως καταγράφονται κατά μέσο όρο 16 επιθέσεις τον χρόνο. Εντωμεταξύ, το 32% των επιχειρήσεων παραμένει αβέβαιο σχετικά με την επάρκεια των μέτρων ασφαλείας που έχουν λάβει.
Αντίθετα με την επιχειρησιακή ετοιμότητα, οι ελληνικές ΜμΕ είναι αρκετά ενημερωμένες σχετικά με το κανονιστικό πλαίσιο. Μόλις το 10% των επιχειρήσεων δηλώνει άγνοια για τις νομικές υποχρεώσεις που αφορούν τη συμμόρφωση, ένα ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Αυστρία (32%) και η Γαλλία (35%). Το 2025 αναμένεται να είναι χρονιά-σταθμός, όπου η αυξανόμενη ευαισθητοποίηση θα πρέπει να μετουσιωθεί σε πράξη μέσω εκπαίδευσης και συνεργασίας με βιομηχανίες και ρυθμιστικές αρχές. Όπως τονίζεται, η κυβερνοασφάλεια δεν είναι πλέον απλώς τεχνικό ζήτημα, αλλά θέμα επιβίωσης. Η επένδυση στην προστασία απαιτεί να είναι βασικός άξονας της επιχειρηματικής στρατηγικής, και όχι μια επιδοτούμενη δαπάνη.
This revised article maintains the original message while enhancing structure and SEO performance by including internal and external links, using keywords strategically, and adopting a more journalistic tone.











