Η ανησυχία για τις ενδεχόμενες ρωσικές αντιδράσεις απέναντι στους δυτικούς επιχειρηματικούς φορείς εντείνεται στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ιδιαίτερα μετά την απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) να παγώσει επ’ αόριστον ρωσικά κρατικά περιουσιακά στοιχεία. Η κίνηση αυτή αφορά περίπου 210 δισεκατομμύρια ευρώ από τα αποθεματικά της Μόσχας και έχει ως σκοπό τη στήριξη ενός πακέτου δανείου ύψους 90 δισεκατομμυρίων ευρώ για την Ουκρανία τα επόμενα δύο χρόνια.
Ο σκοπός του σχεδίου είναι να ενισχύσει την ουκρανική οικονομία και να αναβαθμίσει τον ρόλο της Ευρώπης σε ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις. Ωστόσο, η απόφαση αυτή αποκάλυψε τις βαθιές διαιρέσεις που επικρατούν εντός της ΕΕ, κυρίως ανάμεσα σε χώρες που ανησυχούν για τις οικονομικές και νομικές συνέπειες από τη Ρωσία, όπως αναφέρουν οι Financial Times.
Η Μόσχα έχει ήδη προειδοποιήσει ότι θα απαντήσει με τα «πιο σκληρά» μέτρα αν χρησιμοποιηθούν τα περιουσιακά της στοιχεία για την υποστήριξη της Ουκρανίας, αποκαλώντας το ευρωπαϊκό σχέδιο «κλοπή περιουσίας». Ρώσοι αξιωματούχοι εξετάζουν το ενδεχόμενο κατάσχεσης των δυτικών περιουσιακών στοιχείων στη Ρωσία ως αντίποινα.
Αυτές οι προοπτικές έχουν προκαλέσει σοβαρές ανησυχίες σε χώρες όπως το Βέλγιο, η Ιταλία και η Αυστρία, που φιλοξενούν σημαντικές εταιρείες με λειτουργίες στη Ρωσία και, ως εκ τούτου, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο.

Ο Βέλγος πρωθυπουργός Μερτ ντε Βέβερ
Η κατάσταση στο Βέλγιο
Το Βέλγιο, που κατέχει τη πλειονότητα των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων μέσω της Euroclear, έχει γίνει ο ένθερμος επικριτής του σχεδίου. Ο πρωθυπουργός Μπαρτ Ντε Βέβερ προειδοποίησε ότι οι κίνδυνοι αντιποίνων είναι υπερβολικά υψηλοί και ζητά νομικές και οικονομικές εγγυήσεις από τις υπόλοιπες 26 χώρες-μέλη της ΕΕ.
Η Euroclear είναι πιθανό να γίνει ο κύριος στόχος, καθώς περίπου 17 δισεκατομμύρια ευρώ από τα περιουσιακά στοιχεία των πελατών της είναι εγκλωβισμένα στη Ρωσία. Ωστόσο, αρκετές χώρες της ΕΕ θεωρούν ότι οι απαιτήσεις του Βελγίου για απεριόριστες εγγυήσεις δεν είναι ρεαλιστικές, με αποτέλεσμα τις τεταμένες διαβουλεύσεις ενόψει μίας κρίσιμης συνόδου στις Βρυξέλλες.
«Αυτό είναι υπαρξιακό για την Ουκρανία», τόνισε ανώτερος διπλωμάτης της ΕΕ που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις. «Επομένως, το Βέλγιο πρέπει να συμμετάσχει». Σημειώνεται ότι η Ρωσία έχει ήδη κινηθεί νομικά, καταθέτοντας αγωγή κατά της Euroclear.
Το Κρεμλίνο βέβαια, έχει προετοιμάσει κανονιστικά εργαλεία για την επιτάχυνση της κρατικοποίησης δυτικών περιουσιακών στοιχείων, μέσω διατάγματος που υπέγραψε ο Πούτιν τον Σεπτέμβριο για να αντιμετωπίσει «εχθρικές πράξεις».
Σύμφωνα με έρευνα της Σχολής Οικονομικών του Κιέβου (KSE), οι δυτικές εταιρείες είχαν τουλάχιστον 127 δισεκατομμύρια δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία στη Ρωσία το 2024, ενώ τα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία έχουν προκαλέσει ζημίες που ξεπερνούν τα 57 δισεκατομμύρια δολάρια.
Εν μέσω της αποχώρησης ξένων εταιρειών, περισσότερες από 2.300 παραμένουν ενεργές στη Ρωσία, μεταξύ αυτών και μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες, όπως η αυστριακή Raiffeisen και η ιταλική UniCredit, οι οποίες δεν μπορούν να επαναπατρίσουν σημαντικά κέρδη λόγω των ρωσικών περιορισμών. Η UniCredit έχει περίπου 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ εγκλωβισμένα στη Ρωσία.
Αξιωματούχοι από την Αυστρία και την Ιταλία εκφράζουν τις ανησυχίες τους ότι οι τράπεζες αυτές ενδέχεται να κρατικοποιηθούν, με σοβαρές οικονομικές και πολιτικές συνέπειες.

Η πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι
Η θέση της Ιταλίας
Η ιταλική κυβέρνηση υποστηρίζει επίσημα την απόφαση της ΕΕ να παγώσει ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, ενώ εκφράζει ανησυχίες σχετικά με τις πιθανές συνέπειες της χρηματοδότησης της Ουκρανίας μέσω της χρήσης τους. Πολιτικοί από την ακροδεξιά Λέγκα προειδοποιούν ότι η κατάσχεση ρωσικών περιουσιακών στοιχείων θα μπορούσε να δικαιολογήσει αντίστοιχες κινήσεις από τη Ρωσία για όλα τα ξένα περιουσιακά στοιχεία.
Η Αυστρία μοιράζεται παρόμοιες ανησυχίες, ασκώντας κριτική στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αδυναμία της να ζητήσει τις κατάλληλες συμβουλές από τα κράτη μέλη σχετικά με τους νομικούς και οικονομικούς κινδύνους. Η Ρωσία διατηρεί επίσης μόχλευση μέσω λογαριασμών τύπου C, που περιέχουν παγωμένα δυτικά μερίσματα και κουπόνια, τα οποία θα μπορούσαν να μεταφερθούν στον κρατικό προϋπολογισμό της Μόσχας, προσφέροντας σημαντικά έσοδα σε μια περίοδο αυξημένων στρατιωτικών δαπανών.
Εκτός από τις άμεσες κατασχέσεις, το Κρεμλίνο έχει απειλήσει να προσφύγει νομικά κατά των δυτικών κυβερνήσεων και επενδυτών σε διεθνή δικαστήρια. Ρώσοι ολιγάρχες και εταιρείες έχουν ήδη υποβάλει αξιώσεις αξίας τουλάχιστον 62 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με στόχο να αυξήσουν το κόστος και να καθυστερήσουν τις ενέργειες της ΕΕ.
Η νομική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ισχυρίζεται ότι η Ρωσία έχει ελάχιστες πιθανότητες να αμφισβητήσει τη χρήση των κυρίαρχων αποθεματικών της, υποστηρίζοντας ότι οι νομικοί κίνδυνοι έχουν υπερεκτιμηθεί. Από την πλευρά της, η Γερμανία, ο πιο ισχυρός υποστηρικτής του σχεδίου, θεωρεί ότι η ισότιμη κατανομή του κινδύνου είναι απαραίτητη και πως τα παγωμένα περιουσιακά στοιχεία είναι η μόνη βιώσιμη λύση για τη διατήρηση της χρηματοδότησης της Ουκρανίας χωρίς επιπλέον χρέος.
Διπλωμάτες της ΕΕ προειδοποιούν ότι η απουσία συμφωνίας θα υπονομεύσει την αξιοπιστία της Ευρώπης ως γεωπολιτικού παράγοντα και θα στείλει ένα ζημιογόνο μήνυμα στην Ουκρανία σε αυτή τη κρίσιμη φάση.










