Με την ανησυχία να κυριαρχεί έναντι του ενθουσιασμού και τη δυσπιστία προς τους εθνικούς θεσμούς να φτάνει σε υψηλά επίπεδα, η Ελλάδα αναδεικνύεται σε μία από τις πιο επιφυλακτικές χώρες παγκοσμίως απέναντι στην επέλαση της τεχνητής νοημοσύνης. Σύμφωνα με μια διεθνή έρευνα του Pew Research Center υπό τον Jacob Poushter που διενεργήθηκε σε 25 χώρες την άνοιξη του 2025, η ελληνική κοινή γνώμη τοποθετείται στην κορυφή της λίστας των κρατών με τον υψηλότερο προβληματισμό, καθώς περίπου οι μισοί ενήλικες δηλώνουν περισσότερο ανήσυχοι παρά ενθουσιασμένοι. Το πιο εντυπωσιακό εύρημα, ωστόσο, αφορά τη θεσμική εμπιστοσύνη: η Ελλάδα καταγράφει το απόλυτα χαμηλότερο ποσοστό μεταξύ όλων των χωρών, με μόλις 22% των πολιτών να πιστεύει ότι η κυβέρνηση μπορεί να ρυθμίσει αποτελεσματικά τη χρήση της ΑΙ, σε πλήρη αντίθεση με χώρες όπως η Ινδία (89%) και η Ινδονησία (74%).
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η έρευνα αποκαλύπτει μια περίπλοκη και αμφίθυμη σχέση του κοινού με την τεχνολογία. Μια διάμεση τιμή 34% δηλώνει μεγαλύτερη ανησυχία, 16% εκφράζει περισσότερο ενθουσιασμό, ενώ η μεγαλύτερη μερίδα, 42%, τοποθετείται στο μέσο, δηλώνοντας εξίσου ανήσυχη και ενθουσιασμένη. Μάλιστα, σε 15 από τις 25 χώρες, αυτή η ομάδα αποτελεί τη σχετική πλειοψηφία. Είναι ενδεικτικό ότι σε καμία χώρα το ποσοστό των κυρίως ενθουσιασμένων δεν ξεπερνά το τρία στα δέκα, με τη Νότια Κορέα να καταγράφει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά ανησυχίας (16%). Η ενημέρωση συνδέεται άμεσα με το οικονομικό επίπεδο μιας χώρας, κάτι που αποτυπώνεται στη διαφορά μεταξύ των πλούσιων κρατών όπως η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ και χωρών όπως η Κένυα.
Οι δημογραφικοί παράγοντες διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των στάσεων. Το χάσμα γενεών είναι ο πιο ισχυρός δείκτης, με τους νέους κάτω των 35 να είναι συστηματικά πιο ενημερωμένοι και θετικοί. Στην Ελλάδα, η διαφορά είναι δραματική: το 68% των νέων έχει ακούσει πολλά για την ΑΙ, έναντι μόλις 20% των πολιτών άνω των 50. Αυτή η απόκλιση αντανακλάται και στα συναισθήματα, με την ανησυχία να εκτοξεύεται στο 59% για τους μεγαλύτερους, την ώρα που στους νέους είναι μόλις 18%. Ανάλογες τάσεις παρατηρούνται και διεθνώς, με το φύλο, το μορφωτικό επίπεδο και τη συχνότητα χρήσης του διαδικτύου να αποτελούν επίσης κρίσιμους παράγοντες που διαφοροποιούν τις απόψεις.
Στο κρίσιμο ζήτημα της ρύθμισης, η εμπιστοσύνη συνδέεται άρρηκτα με τη γενικότερη πολιτική στάση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη εμπιστοσύνη (διάμεση τιμή 53%), η οποία όμως φθίνει σημαντικά μεταξύ των υποστηρικτών δεξιών λαϊκιστικών κομμάτων, ενώ αντίθετα είναι υψηλότερη μεταξύ των πολιτών με ανώτερη μόρφωση. Ακολουθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες με 37%, οι οποίες απολαμβάνουν μεγαλύτερης εμπιστοσύνης από πολίτες που αυτοπροσδιορίζονται ως ιδεολογικά δεξιοί, και σε χώρες όπως η Νιγηρία, το Ισραήλ και η Ινδία. Η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση, από την άλλη, είναι συχνά υψηλότερη μεταξύ των υποστηρικτών του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος.
Στην τελευταία θέση εμπιστοσύνης βρίσκεται η Κίνα, με διάμεση τιμή μόλις 27%, ενώ η δυσπιστία αγγίζει το 60%. Η απόρριψη είναι σχεδόν καθολική σε χώρες όπως η Ιαπωνία (7% εμπιστοσύνη) και οι ΗΠΑ (13%), ενώ υψηλότερα ποσοστά εμπιστοσύνης καταγράφονται σε Κένυα, Νιγηρία και Νότια Αφρική. Η Κίνα, όπως και οι ΗΠΑ, κερδίζει ελαφρώς μεγαλύτερη εμπιστοσύνη μεταξύ των νέων κάτω των 35 ετών, ενώ οι μεγαλύτερες ηλικίες, εκτός από δυσπιστία, είναι πιο πιθανό να δηλώσουν αβεβαιότητα. Τέλος, η έρευνα αποκαλύπτει μια σταθερή συσχέτιση: οι πολίτες που είναι πιο ενθουσιασμένοι για την ΑΙ τείνουν να εμπιστεύονται περισσότερο και τους θεσμούς, με τη διαφορά μεταξύ ενθουσιασμένων και ανήσυχων Ελλήνων στην εμπιστοσύνη προς την ΕΕ να φτάνει τις 32 ποσοστιαίες μονάδες.
VIA: InfoCom.gr







